Χλωρίδα και πανίδα Εθν. Δρυμού Σαμαριάς
ΧΛΩΡΙΔΑ
Στην ευρύτερη περιοχή των Λευκών ορέων έχουν καταγραφεί περίπου 650 φυτικά taxa.
Ο χλωριδικός κατάλογος της περιοχής των Λευκών ορέων όμως, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την περιγραφή ενός νέου είδους, του Anthemis samariensis (Turland 2007). Πρόκειται για ένα πολυετές χασμόφυτο που ανακαλύφθηκε το 2007, σε μια απότομη πλαγιά των Λευκών Ορέων μεταξύ των κορυφών Μελινταού και Αυλιμανάκου. Στην περιοχή των Λευκών Ορέων συναντώνται 25 στενότοπα ενδημικά είδη (είδη δηλαδή που μπορούν να βρεθούν μόνο στην συγκεκριμένη περιοχή) και 97 ενδημικά είδη Κρήτης, Περίπου τα μισά δηλαδή από τα ενδημικά της Κρήτης βρίσκονται στην περιοχή των Λευκών Ορέων.
Χαρακτηριστικά είδη είναι:
• Το Bupleurum kakiskalae, πολυετές είδος που έχει βρεθεί στην περιοχή της Κακιάς Σκάλας στην κορυφή Λινοσέλι των Λευκών ορέων, φτάνει μέχρι και τα 12 έτη, ενώ ξηραίνεται αμέσως μετά την ανθοφορία και καρποφορία (μονοκαρπικό είδος).(εικ.1)
• Η ορχιδέα Cephalanthera cucullata, ένα πολυετές ποώδες φυτό με κοντά έρποντα ριζώματα που εμφανίζεται σε υψόμετρα από 700-1500 μέτρα.(εικ.2)
• Η Nepeta sphaciotica, πολυετής αρωματικός θάμνος και ενδημικό των Λευκώ Ορέων, που υπάρχει μόνο στην βόρεια πλευρά της κορυφής Σβουριχτή, σε υψόμετρο 2200-2300 μέτρα και πουθενά αλλού στον κόσμο.(εικ3)
ΧΛΩΡΙΔΑ
Στην ευρύτερη περιοχή των Λευκών ορέων έχουν καταγραφεί περίπου 650 φυτικά taxa.
Ο χλωριδικός κατάλογος της περιοχής των Λευκών ορέων όμως, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την περιγραφή ενός νέου είδους, του Anthemis samariensis (Turland 2007). Πρόκειται για ένα πολυετές χασμόφυτο που ανακαλύφθηκε το 2007, σε μια απότομη πλαγιά των Λευκών Ορέων μεταξύ των κορυφών Μελινταού και Αυλιμανάκου. Στην περιοχή των Λευκών Ορέων συναντώνται 25 στενότοπα ενδημικά είδη (είδη δηλαδή που μπορούν να βρεθούν μόνο στην συγκεκριμένη περιοχή) και 97 ενδημικά είδη Κρήτης, Περίπου τα μισά δηλαδή από τα ενδημικά της Κρήτης βρίσκονται στην περιοχή των Λευκών Ορέων.
Χαρακτηριστικά είδη είναι:
• Το Bupleurum kakiskalae, πολυετές είδος που έχει βρεθεί στην περιοχή της Κακιάς Σκάλας στην κορυφή Λινοσέλι των Λευκών ορέων, φτάνει μέχρι και τα 12 έτη, ενώ ξηραίνεται αμέσως μετά την ανθοφορία και καρποφορία (μονοκαρπικό είδος).(εικ.1)
• Η ορχιδέα Cephalanthera cucullata, ένα πολυετές ποώδες φυτό με κοντά έρποντα ριζώματα που εμφανίζεται σε υψόμετρα από 700-1500 μέτρα.(εικ.2)
• Η Nepeta sphaciotica, πολυετής αρωματικός θάμνος και ενδημικό των Λευκώ Ορέων, που υπάρχει μόνο στην βόρεια πλευρά της κορυφής Σβουριχτή, σε υψόμετρο 2200-2300 μέτρα και πουθενά αλλού στον κόσμο.(εικ3)
Στην περιοχή απαντώνται επίσης αρκετά αρωματικά, φαρμακευτικά και βρώσιμα είδη:
• Η μαλοτήρα (τσάι του βουνού) Sideritis syriaca ssp. syriaca, ενδημικό είδος της Κρήτης που χρησιμοποιείται ως αφέψημα.
• Η μαντζουράνα Origanum microphyllum, φρύγανο με χαρακτηριστική μυρωδιά λεβάντας.
• Η πετροφιλιά Petromarula pinnata, ένα πού όμορφο ενδημικό φυτό που αναπτύσσεται σε βραχώδη πρανή.
• Το δίκταμο ή έρωντας Origanum dictamnus, ενδημικό είδος που από την αρχαιότητα θεωρείται φαρμακευτικό για πλήθος παθήσεων
• Η αγράμπελη των Λευκών Ορέων Clematis elisabethae – carolae που φύεται σε δύο τοποθεσίες μονάχα στη θέση Αμμουτσέρα (1850 m.) και σε ασβεστολιθικά διαβρωμένα πρανή.
• Tο υπέρικο Hypericum aciferum, ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, χασμοφυτικός θάμνος που φύεται μονάχα σε παραθαλάσσιες θέσεις των Σφακίων, μεταξύ Σούγιας και Αγίας Ρουμέλης (παραλία της Φουρνωτής).
• Η τριχωτή νεραγκούλα Ranunculus radinotrichus, ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, μικρό πολυετές φυτό που φύεται μονάχα στις κορυφές Τροχάρης, Αμμουτσερά, Κακόβολη και Σβουριχτή σε υψόμετρα από 1850-2300 m.
• Η Anthemis samariensis, ενδημικό είδος της Κρήτης, που ανακαλύφθηκε πρόσφατα (2007) σε μια απότομη πλαγιά των Λευκών Ορέων μεταξύ των κορυφών Μελινταού και Αυλιμανάκου.
• Το «Μη με λησμονεί» των Λευκών Ορέων Myosotis solange, ενδημικό και σπάνιο είδος των Λευκών Ορέων, που φύεται σε μια μόνο τοποθεσία στην κορυφή Άγιο Πνεύμα.
• Το ελίχρυσο Helichrysum heldreichii, ενδημικό είδος των Λευκών ορέων, απειλούμενο και προστατευόμενο από το Π.Δ. 67/1981.
• Το είδος Thlaspi zaffranii, ενδημικό είδος της περιοχής, που έχει καταγραφεί σε 3 θέσεις (Γκίγκιλο, Βολακιά και Ανώπολη Σφακίων).
• Η κενταύρια Centaurea lancifolia, ενδημικό της Κρήτης, με τους πληθυσμούς του να εντοπίζονται σε 3 θέσεις των Λευκών Ορέων. Πρόκειται για χασμόφυτο που φύεται σε υψόμετρα από 1780-1850 m.
• Ο κέντρανθος Centranthus sieberii, σπάνιο ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων που φύεται σε πετρώδεις τοποθεσίες της ορεινής και αλπικής ζώνης.
• H κουσκούτα Cuscuta atrans, παρασιτικό είδος που φύεται πάνω σε αγκαθωτούς θάμνους και ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων.
• Το κυνόγλωσσο Cynoglossum sphacioticum που φύεται σε πετρώδη εδάφη σε μεγάλα υψόμετρα.
• Η Γαλατσίδα ή Ευφορβία του Rechinger Euphorbia rechingeri, νανώδες ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, που φύεται μόνο σε μεγάλα υψόμετρα και σε πετρώδη εδάφη και σχισμές.
• Η ονοβρύχις Onobrychis sphaciotica, ένα σπάνιο και ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, που φύεται σε βραχώδεις τοποθεσίες.
• Η μαλοτήρα (τσάι του βουνού) Sideritis syriaca ssp. syriaca, ενδημικό είδος της Κρήτης που χρησιμοποιείται ως αφέψημα.
• Η μαντζουράνα Origanum microphyllum, φρύγανο με χαρακτηριστική μυρωδιά λεβάντας.
• Η πετροφιλιά Petromarula pinnata, ένα πού όμορφο ενδημικό φυτό που αναπτύσσεται σε βραχώδη πρανή.
• Το δίκταμο ή έρωντας Origanum dictamnus, ενδημικό είδος που από την αρχαιότητα θεωρείται φαρμακευτικό για πλήθος παθήσεων
• Η αγράμπελη των Λευκών Ορέων Clematis elisabethae – carolae που φύεται σε δύο τοποθεσίες μονάχα στη θέση Αμμουτσέρα (1850 m.) και σε ασβεστολιθικά διαβρωμένα πρανή.
• Tο υπέρικο Hypericum aciferum, ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, χασμοφυτικός θάμνος που φύεται μονάχα σε παραθαλάσσιες θέσεις των Σφακίων, μεταξύ Σούγιας και Αγίας Ρουμέλης (παραλία της Φουρνωτής).
• Η τριχωτή νεραγκούλα Ranunculus radinotrichus, ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, μικρό πολυετές φυτό που φύεται μονάχα στις κορυφές Τροχάρης, Αμμουτσερά, Κακόβολη και Σβουριχτή σε υψόμετρα από 1850-2300 m.
• Η Anthemis samariensis, ενδημικό είδος της Κρήτης, που ανακαλύφθηκε πρόσφατα (2007) σε μια απότομη πλαγιά των Λευκών Ορέων μεταξύ των κορυφών Μελινταού και Αυλιμανάκου.
• Το «Μη με λησμονεί» των Λευκών Ορέων Myosotis solange, ενδημικό και σπάνιο είδος των Λευκών Ορέων, που φύεται σε μια μόνο τοποθεσία στην κορυφή Άγιο Πνεύμα.
• Το ελίχρυσο Helichrysum heldreichii, ενδημικό είδος των Λευκών ορέων, απειλούμενο και προστατευόμενο από το Π.Δ. 67/1981.
• Το είδος Thlaspi zaffranii, ενδημικό είδος της περιοχής, που έχει καταγραφεί σε 3 θέσεις (Γκίγκιλο, Βολακιά και Ανώπολη Σφακίων).
• Η κενταύρια Centaurea lancifolia, ενδημικό της Κρήτης, με τους πληθυσμούς του να εντοπίζονται σε 3 θέσεις των Λευκών Ορέων. Πρόκειται για χασμόφυτο που φύεται σε υψόμετρα από 1780-1850 m.
• Ο κέντρανθος Centranthus sieberii, σπάνιο ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων που φύεται σε πετρώδεις τοποθεσίες της ορεινής και αλπικής ζώνης.
• H κουσκούτα Cuscuta atrans, παρασιτικό είδος που φύεται πάνω σε αγκαθωτούς θάμνους και ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων.
• Το κυνόγλωσσο Cynoglossum sphacioticum που φύεται σε πετρώδη εδάφη σε μεγάλα υψόμετρα.
• Η Γαλατσίδα ή Ευφορβία του Rechinger Euphorbia rechingeri, νανώδες ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, που φύεται μόνο σε μεγάλα υψόμετρα και σε πετρώδη εδάφη και σχισμές.
• Η ονοβρύχις Onobrychis sphaciotica, ένα σπάνιο και ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, που φύεται σε βραχώδεις τοποθεσίες.
ΠΑΝΙΔΑ
Ιδιαιτέρως πλούσια είναι η πανίδα που φιλοξενείται στα όρια του Εθνικού Δρυμού Σαμαριάς.
Αναφέρονται χαρακτηριστικά, 32 είδη θηλαστικών, με μοναδικό ενδημικό είδος την Κρητική Μυγαλή, 3 είδη αμφιβίων, 11 είδη ερπετών, και 200 περίπου είδη ορνιθοπανίδας. Χαρακτηριστικά είδη είναι:
Ιδιαιτέρως πλούσια είναι η πανίδα που φιλοξενείται στα όρια του Εθνικού Δρυμού Σαμαριάς.
Αναφέρονται χαρακτηριστικά, 32 είδη θηλαστικών, με μοναδικό ενδημικό είδος την Κρητική Μυγαλή, 3 είδη αμφιβίων, 11 είδη ερπετών, και 200 περίπου είδη ορνιθοπανίδας. Χαρακτηριστικά είδη είναι:
• Ο κρητικός αίγαγρος (Capra aegagrus cretica), το μεγαλύτερο θηλαστικό του νησιού, το οποίο ανήκει στην τάξη των αρτιοδακτύλων ζώων. Πρόκειται για το είδος εκείνο που χαρακτηρίζει το φαράγγι της Σαμαριάς και τα Λευκά Όρη γενικότερα, και για την προστασία του οποίου έγινε ουσιαστικά και η ανακήρυξη της περιοχής σε Εθνικό Δρυμό. Εκτός αυτού όμως, αποτελεί και είδος-σύμβολο, όχι μόνο των Λευκών Ορέων αλλά και της Κρήτης γενικότερα, ενώ έχει συσχετισθεί ισχυρά με την προσωπικότητα και ιδιοσυγκρασία των Κρητικών. Είναι ένα κατεξοχήν είδος των ορεινών περιοχών με βιότοπους μεγάλου εύρους που περιλαμβάνουν από ξηρά βουνά έως και αλπικές περιοχές, γενικά βραχώδεις θέσεις με φρυγανώδη βλάστηση κοντά σε κωνοφόρα δάση. Χαρακτηριστικό της οικολογίας του είδους είναι η προτίμηση του σε περιοχές με κλίσεις μεγαλύτερες από 30%.
Σύμφωνα με πρόσφατες γενετικές αναλύσεις σε ιστούς ζωντανών και νεκρών ζώων και σύγκριση με αντίστοιχους ιστούς αιγοπροβάτων κατέδειξαν ότι το αγρίμι δεν αποτελεί υποείδος του αιγάγρου της Μέσης Ανατολής, ενώ συγγενεύει στενά με τα άγρια κατσίκια που μεταφέρθηκαν στον νησί από τον πρώτο άνθρωπο κατά την Νεολιθική περίοδο. Σήμερα, ο πληθυσμός του κρητικού αιγάγρου έχει περιοριστεί αποκλειστικά στην περιοχή των Λευκών Ορέων ενώ πληθυσμοί του διατηρούνται στα νησιά Θοδωρού, Μονή, Σαπιέτζα, Άγιοι Πάντες και Αταλαντονήσι.
Σύμφωνα με πρόσφατες γενετικές αναλύσεις σε ιστούς ζωντανών και νεκρών ζώων και σύγκριση με αντίστοιχους ιστούς αιγοπροβάτων κατέδειξαν ότι το αγρίμι δεν αποτελεί υποείδος του αιγάγρου της Μέσης Ανατολής, ενώ συγγενεύει στενά με τα άγρια κατσίκια που μεταφέρθηκαν στον νησί από τον πρώτο άνθρωπο κατά την Νεολιθική περίοδο. Σήμερα, ο πληθυσμός του κρητικού αιγάγρου έχει περιοριστεί αποκλειστικά στην περιοχή των Λευκών Ορέων ενώ πληθυσμοί του διατηρούνται στα νησιά Θοδωρού, Μονή, Σαπιέτζα, Άγιοι Πάντες και Αταλαντονήσι.
• Η κρητική μυγαλή (Crocidura zimmermanni), ένα σπάνιο και ελάχιστα μελετημένο είδος το οποίο διαβιώνει σε υψόμετρα μεγαλύτερα από 1150 μέτρα αν και ενδέχεται να βρεθεί και σε χαμηλότερα υψόμετρα. Είναι το μοναδικό ενδημικό θηλαστικό της Ελλάδας.
• Ο αγριόγατος (Felis sylvestris cretensis), ένα είδος αγριόγατας που δύσκολα συναντάται και το όνομα του οποίου περιβάλλεται από μυστήριο. Μέχρι το 1996 θεωρείτο εξαφανισμένο είδος ώσπου επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Perugia σε συνεργασία με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης, κατόρθωσαν να συλλάβουν ένα ζωντανό άτομο. Φέρει χαρακτηριστικούς σκουρόχρωμους δακτυλίους στην ουρά και είναι σημαντικά μεγαλύτερο σε μέγεθος από την κοινή γάτα. Προστατεύεται επίσης από την Σύμβαση της Washington (CITES) για το διεθνές εμπόριο ειδών που απειλούνται με εξαφάνιση.
• Ο Αγκαθοποντικός (Acomys minοus), είδος του οποίου οι μοναδικοί ευρωπαϊκοί πληθυσμοί βρίσκονται στην Κρήτη.
• Ο γυπαετός (ή κοκκαλάς) Gypaetus barbatus, ένα από τα σπανιότερα πουλιά της Ευρώπης, είδος γύπα με άνοιγμα φτερών περί τα 2,80 μέτρα. Φέρει στο στήθος και την κοιλιά χαρακτηριστικό βαθύ πορτοκαλί χρώμα που αποκτά με την τριβή του σε ασβεστολιθικά πετρώματα που φέρουν οξείδια του σιδήρου. Σε περιοχές που στερούνται πετρωμάτων με οξείδια του σιδήρου, το στήθος και κοιλιά του γυπαετού είναι λευκά. Είναι το μοναδικό είδος παγκοσμίως που τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά με κόκκαλα, τα οποία ρίχνει από μεγάλο υψόμετρο για να σπάσουν σε μικρότερα κομμάτια, ακολουθώντας την πορεία τους σε σπειροειδή πτήση.Εν συνεχεία τα καταπίνει και τα αποδομεί μέσω των ισχυρότατων γαστρικών υγρών που διαθέτει. Πρόκειται για είδος που προτιμά περιοχές μεγάλου υψομέτρου, με το θηλυκό να γεννά δύο αυγά τα οποία επωάζονται για 55-57 ημέρες. Ο γυπαετός σήμερα επιβιώνει μόνο στην Κρήτη, ενώ τα Λευκά Όρη έχουν την τιμή να φιλοξενούν 2 από τα 3 αναπαραγωγικά είδη του ελληνικού πληθυσμού.
• Το όρνιο ή κανναβός Gyps fulvus, το πιο κοινό είδος γύπα, ένα μεγάλο και βαρύ αρπακτικό με άνοιγμα φτερών περί τα 2,60 μέτρα. Φέρει γυμνό κεφάλι με κολάρο από λογχοειδή κοντά φτερά στην βάση του λαιμού. Η πτήση του διακρίνεται σε μεγάλους και αργούς κύκλους, εκμεταλλευόμενο τα θερμά ανοδικά ρεύματα. Στη Ελλάδα υπολογίζεται ότι διαβιώνουν περίπου 400 ζευγάρια. Τρέφεται με νεκρά ζώα (πτωματοφάγο).
• Η αράχνη Macrothele cretica, ενδημικό είδος της περιοχής και ένα από τα ελάχιστα ασπόνδυλα ζώα που προστατεύονται από παγκοσμίως από την IUCN.
ΠΗΓΗ: Φορέας Διαχείρισης Εθν.Δρυμού Σαμαριάς.